(στα πλαίσια της σειράς: βιογραφίες κοπριτών)
Κοπρίτες έχω γνωρίσει πολλούς μυθομανή όμως μόνο ένα. Ο Πάνος ήταν ένας σαρανταπεντάρης, ημιξεδοντιάρης, μουσάτος, με μια φωτογραφική μηχανή περασμένη στο λαιμό σαν καλλιτεχνικό χαϊμαλί. Τον γνώρισα πριν χρόνια σ ένα fast-food που έβλεπε θάλασσα. Θα ‘μουν τότε 18 χρονών κι ομολογώ ότι την πρώτη εβδομάδα πίστεψα οτιδήποτε κι αν μου έλεγε. Ίσως έφταιγε το γεγονός ότι ήμουν πολύ «χαμογελαστός» εκείνο τον καιρό, ίσως ότι ήμουν κι εγώ κομματάκι κοπρίτης:
Με δάκρυα συγκίνησης στα μάτια αναφέρω ότι στο βάθρο των ψεμάτων ανέβηκαν τα εξής:
Χάλκινο μετάλλιο:
Barouak: «Καλά βρε Πάνο, εσύ ένας επιτυχημένος διαφημιστής γυρνάς στις διακοπές με ποδήλατο;»
Πάνος: «Άσε φιλαράκι, τι έπαθα… Πούλησα το παλιό μου αμάξι πριν ένα μήνα. Τίποτα ιδιαίτερο, μια τζάγκουαρ του 78’. Την ίδια μέρα παρήγγειλα μια Ferrari F 40. Οι Ιταλοί είναι όμως πολύ μαλάκες. Μου είπαν ότι θα ‘ταν εδώ από προχτές κι ακόμα την περιμένω…»
Αργυρό μετάλλιο:
Τον πετυχαίνουμε αργά το βράδυ έξω από ένα παραλιακό κλαμπάκι κάποιας επαρχιακής πόλης. Ο Πάνος οδήγαγε αγέρωχος πάνω στο ποδηλατάκι του, με ψαροντούφεκο και λοιπές εξαρτήσεις on board(γνήσιος βατραχάνθρωπος των ειδικών δυνάμεων).
Πάνος: «Που ‘σασταν βρε μάγκες, χάσατε… Είχα πάει για ψάρεμα και πάνω στο μισάωρο χτυπώ δυο τσιπουράρες, ναααααααααα, με το συμπάθιο.»
(Σαν το καβλί που φάγαμε απ τους Ισπανούς στον τελικό;! Σκάσε κάφρε Barouak, άσε τον μουσάτο να ολοκληρώσει!)
«Τις κρεμώ στην πλάτη, παίρνω το ποδήλατο και φεύγω. Να σου λίγο πιο κάτω, ακούω ένα απότομο φρενάρισμα, γυρίζω, κοιτώ, και τι βλέπω(;) Ένα κόκκινο κάμπριο με δυο καβλιάρες ξανθιές! Για να μην τα πολυλογώ γυρίσαμε στην παραλία, ανάψαμε μια μεγάλη φωτιά, ψήσαμε, φάγαμε τα ψάρια, κάναμε μπάνιο γυμνοί και μετά έπεσε μια παρτουζερί πλάι στο κύμα… τύφλα να χουν τα όργια που κάναμε το Μάη του 68 στο Παρίσι.»
Χρυσό μετάλλιο:
Πάνος: «Ήταν το 67, το 68 δεν θυμάμαι καλά! Ήμουν στην Καλιφόρνια. Ήλιος, σεξ, ναρκωτικά τα χετε δει σε τόσες ταινίες…»
Εμείς, κάτι μαλιάδες με μάτια αυγά στρουθοκαμήλου στο καυτό λάδι, κοιτούσαμε συνεπαρμένοι.
«Ένα βράδυ που λέτε πήγα στο whisky go-go (ή κάπως έτσι) Λέω στον κολλητό μου, τον barman, να μου βάλει ένα ουίσκι και το πίνω μονοκοπανιά. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή αισθάνομαι να μου βάζουν κωλόχερο! Γυρνώ και βλέπω μια μελαχρινή, με μακριά μαλλιά και μαύρα δερμάτινα ρούχα να κάθεται δίπλα μου, να το παίζει αδιάφορη και να κοιτά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ε, όχι δεν θα της πέρναγε έτσι της καργιόλας. Την χτυπώ στον ώμο, γυρνά και τι να δω;»
Όλοι εμείς, με μια λέξη, μια φωνή «Τι Πάνο, τι;;;;;»
«Τον Τζιμ Μόρισσον!!!»
Με τίποτα.Θα το θυμόμουνα αυτό,γιατί όπως κατάλαβες ο τζιμ μόρισσον είμαι εγώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάντα εγω ήμουν.Ψέμματα έλεγε ....
Χρόνια και ζαμάνια, βρε Μητσάρα… Άνω-κάτω είχα να κάνει τον κόσμο για να σε βρω… Βρε τον Μητσάρα… Άλλαξες βρε ατιμούτσικο, άλλαξες…
ΑπάντησηΔιαγραφήΚι όμως δεν άλλαξα,επιταχύνθηκα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣήκωσε τις λέξεις και όλα τα εφέ απο πάνω μου και θα με δεις.
Δεν έχει ούτε μια άσπρη τρίχα η ψυχή μου.θα με αναγνωρίσεις εν καιρώ...
Ας περπατήσω λοιπόν με αργά, μακρόσυρτα βήματα προσπερνώντας ένα-ένα τα σκοτεινά δωμάτια. Το φως στο τέλος του διαδρόμου, πρέπει να ναι το φως του μπάνιου. Ακούω το κελάρυσμα του νερού!Υπομονή! Μονάχα με υπομονή θα εγκληματήσω με χάρη…
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραίος ο Πάνος!
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα μπορούσε να γίνει ο Νο.1 έλληνας μπλόγκερ
:-)
Επίσης θα μπορούσα να έχω σχέση μαζί του.
ΑπάντησηΔιαγραφή:pppppppppp
Που σαι βρε Πάνο να δεις, ότι επιτέλους το έργο σου επιβραβεύεται…
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαχαχαχαχαχα!!! Οκ, αυτός ο κοπρίτης μου φτιαξε τη μέρα!
ΑπάντησηΔιαγραφή