Σάββατο, Ιουλίου 14, 2007

Και η μουσική τρέχει πίσω απ τα φουστάνια της Coca Cola...



Χωρίς τη μουσική δεν μπορεί υπάρξει ρωγμή.
Σε χτυπά στην καρδιά, στην ψυχή, σε ενώνει, σε δαιμονίζει για ακαθόριστο λόγο κι αιτία.
Χωρίς τη μουσική δεν μπορεί να υπάρξει αλλαγή.
Κι αυτή αντί να ερωτοτροπεί με τους ποιητές.
Τρέχει πίσω απ τα φουστάνια της coca cola….

Φίλες και φίλοι μουσικοί,
Εσείς που μου χετε χαρίσει ατέλειωτες στιγμές έκστασης κάτω απ τη σκηνή σας.
Εσείς που τιθασεύετε τα κύματα της ηδονής και χαϊδεύετε την ψυχή μου σαν άρπα.
Εσείς που κάνετε τις φράσεις μου να μοιάζουν με σκουριασμένα τενεκεδάκια.

Σταματήστε επιτέλους να τρέχετε πίσω απ τα φουστάνια της Coca Cola!

Δολοφονήστε το φόβο σας.
Κουρδίστε την ψυχή σας πάνω σε τεντωμένο σκοινί.
Κι ακολουθήστε την ινδιάνικη αύρα των ποιητών…

Αυτοί που κάποτε το έκαναν κάτι περισσότερο ήξεραν. Να σας θυμίσω ποιοι, πότε, που; Μπα δεν νομίζω πως χρειάζεται…
Εγώ το μυρμήγκι, που ποτέ δεν έγινα, ούτε πρόκειται, ούτε ήθελα να γίνω ποιητής, υποκλίνομαι στον έρωτα του Ποιητή και της Μουσικής.
Υποκλίνομαι στην έκσταση που προκαλεί η συνουσία τους…
Συνουσιαστείτε λοιπόν γιατί χανόμαστε.

ΥΓ. Το νέο τραγούδι του MANU CΗΑO γαμεί και δέρνει!

Τετάρτη, Ιουλίου 11, 2007

ΜΑΡΟΚΟ



Ταξιδεύοντας στο Αιγαίο με ένα βιβλίο στο χέρι, μια λέξη στροβιλιζόταν στη σκέψη μου σαν δερβίσης:
«ΜΑΡΟΚΟ!»
Κι όταν το πλοίο πλησίασε και είδα από μακριά την Ερμούπολη που ‘μοιαζε με κυβιστικό πίνακα του Πικάσο, δεν μου ‘ρθε στο στόμα η λέξη «επιτέλους» αλλά πάλι ΜΑΡΟΚΟ μου ξέφυγε.

Κάθε πρωί κοίταζα απ το παράθυρο τα πλοία να ερωτοτροπούν μπες-βγες στη μήτρα του λιμανιού κι έγραφα, διόρθωνα, δάκρυζα, διάβαζα, έφτυνα τους δαίμονες και χαμογελούσα. Κι έπειτα έπαιρνα την πετσέτα μου και πήγαινα στην Πακού, την πιο γαμάτη παραλία του νησιού, εκείνη που ανήκει μόνο στους γυμνιστές και στους ματάκηδες. Εκεί που τα νερά είναι πράσινα κι όταν βουτάς τα ψάρια σε περιτριγυρίζουν, προκαλώντας σου τρόμο μην τυχόν και θελήσουν να δοκιμάσουν το απελευθερωμένο σου μόριο!
Τα βράδια ξεδίψαγα ρίχνοντας ματιές στον έναστρο ουρανό, απαγγέλλοντας κόντρα ποίηση με τον Αλ Μπάρουακ, συζητώντας για κατασκευές, projects, πρωτοπορίες, ψάχνοντας, σκάβοντας, μέσα μας, γύρω μας, παντού… το δρόμο της απελευθέρωσης απ τη μίζερη εποχή μας! Την εποχή της μη έντασης και των κουρδισμένων ανθρώπων…

Ένα βράδυ πήγαμε να βρούμε τον Τέο Ρόμβο. Άσπρα μούσια και μακριά μαλλιά, ο πιο προκλητικός συγγραφέας της χώρας μας έχουν πει. Ο πιο ελεύθερος, ο πιο ελεύθερος, ο πιο ελεύθερος… λέω εγώ κι αυτό φτάνει.
Δεν είμαστε μποέμ, ούτε underground.
Είμαστε Barouak!
Aυτός όμως ήταν γνήσιος μποέμ και underground, διανοούμενος της αληθινής ζωής, τα έζησε, τα έκανε όλα κι εμείς επίδοξοι εραστές της ελευθερίας σκύψαμε να πιούμε απ την πηγή του, να πάρουμε χρησμό… Ναι, ναι εκείνο το βράδυ ο Ινδιάνος Μάγος της φυλής των συγγραφέων Τέος Ρόμβος μας μοίρασε πεγιότλ με τις φράσεις του… *

«ΜΑΡΟΚΟ! Κάθε φορά που κοιτώ την Ερμούπολη από μακριά νομίζω ότι βρίσκομαι στο Μαρόκο…», του είπα.
«Αυτό το έχουν γράψει αρκετοί περιηγητές…», είπε ο Ρόμβος με φυσικότητα. «Ειδικά τον 19ο αιώνα…»
«Μα εγώ Τεό, δεν έχω πάει ποτέ στο Μαρόκο…», του αποκρίθηκα αλλά δεν τον είδα να ταράζεται καθόλου.

Μια από τις επόμενες μέρες ο Larry Cool και η παρέα του παρουσίασαν στο νησί το βιβλίο τους Fortune Cookies. Δεν πήγα στην παρουσίαση.
Προτίμησα να υποδυθώ τον μαρκήσιο Ντε Σαντ στη μικρή μου ερωμένη…
Κι έπειτα αργά, μετά από πολλά βαρέλια αλκοόλ βρήκα τον Αλ με την παρέα του Larry Cool στο Μποεμ κι όλοι μαζί γίναμε κουβάρι καβάλα σε συστοιχίες μελωδιών. Ο μαρκήσιος είχε μεταμορφωθεί σε μικρό πρίγκιπα κι… εκείνη είχε έρθει να μου κάνει παρέα στο μικροσκοπικό μου πλανήτη που περιστρέφονταν σαν δερβίσης παρέα με μπύρες, μουσικές, τατουάζ, χαμόγελα, φιλιά, αγκαλιές, και την φωνή του Αλ που έκραζε σαν φωνή σεισμού κάθε τόσο: «BAROYAAAAAAAK»!
Και τότε ο Vita Mi σταμάταγε να ρουφά την πνοή της μικρής του ερωμένης και ανταπαντούσε σαν την ηχώ του σεισμού: «ΜΑΡΟΟΟΚΚΟΟΟΟ!!»


*Τα σχετικά με τους ινδιάνους είναι «δανεισμένα» και διασκευασμένα από ένα εκπληκτικό κείμενο του Ρόμβου.