Τρίτη, Φεβρουαρίου 24, 2009

Η πρώτη σελίδα "Του 13ου Υπογείου"


«Ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα υπάρχει μόνο μία ασήμαντη φυσική λειτουργία: το ανοιγoκλείσιμο των βλεφάρων.
Με την ονειροπόληση ούτε αυτό είναι αναγκαίο»


JAN SVANKMAJER


Μείον Ένα



Πρώτα, φόρεσε το καλτσόν του. Δυσκολεύτηκε λίγο γιατί σκάλωνε στις τρίχες των ποδιών του (κακή συνήθεια να μην κάνεις χαλάουα). Έπειτα φόρεσε την πιο σέξι φούστα της κοπελιάς του, ξυρίστηκε, βάφτηκε, μονάχα περούκα δεν φόρεσε. Και κάπως έτσι βγήκε απ’ το σπίτι, μπήκε στο σαραβαλάκι του και κατευθύνθηκε στη δουλειά του.
Τον έλεγαν Πέτρο. Το σχέδιο είχε μπει στη δυσκολότερη φάση του. Όλα θα κρίνονταν σε λίγα λεπτά.
Ίσως έφταιγε το master του στις οικονομικές επιστήμες, που κρεμόταν αραχνιασμένο πάνω απ’ τον κουμπαρά γουρουνάκι. Ίσως το γεγονός ότι εκείνος που κάποτε έπαιρνε μόνο «Μπράβο Πέτρο!» στα θρανία, τώρα πλέον γευόταν τη μούντζα της αληθινής ζωής.
Πάρκαρε το σαραβαλάκι του στο πρώτο πεζοδρόμιο που βρήκε φιλόξενο. Το είχε αγοράσει με δόσεις προ μηνός από μια μάντρα. Αμέσως μετά διαολόστειλε κάποιον περαστικό που του σφύριξε κοροϊδευτικά, φασκέλωσε κάποιον άλλο που τον ρώτησε: «Πόσα παίρνεις μωρό μου;» κι έπειτα έσπρωξε τη γυάλινη πόρτα του κτιρίου που στεγαζόταν η εταιρία που δούλευε. Η εταιρία επιχειρηματικών συμβούλων «By pass». Oι καλύτερες οικονομικές εγχειρήσεις της πόλης.
«Η κυρία; Εεεεε ο κύριος; Εεεεε κύριε Πέτρο εσείς;», ρώτησε έντρομος ο θυρωρός.
Ο Πέτρος του έστειλε ένα πεταχτό φιλί και μπήκε βιαστικά στο ασανσέρ. Ο πρώτος που συνάντησε βγαίνοντας στον έκτο ήταν η Τζένη. Προ μηνός είχε αποπειραθεί να την ρίξει στο κρεβάτι του, αλλά η Τζένη (λες και ήξερε τα μελλούμενα) τον είχε φιλοδωρήσει με χυλόπιτα.
Αντικρίζοντάς τον, σοκαρίστηκε και κατάπιε την τσίχλα που μασούσε. «Μα πώς είναι δυνατό;», σκέφτηκε. Ο ανδροπρεπής, γεροδεμένος, Πέτρος ήταν ντυμένος σαν επίδοξο τρανσέξουαλ. Μα γιατί; Τι μπορεί ν’ άλλαξε απ’ τον περασμένο μήνα;
Ο Πέτρος την πλησίασε ατάραχος. Έριξε τη ματιά του στις ψηλοτάκουνες γόβες της, κι έπειτα πάλι στα δικά του τακούνια που είχε δανειστεί από το κορίτσι του.
«Πού τα πήρες καλέ Τζενούλα; Μήπως τα ‘χει σε χρυσαφί να πάρω κι εγώ;», της είπε κι έκανε την Τζένη να αναρωτηθεί, μήπως ο τύπος που τα έπινε χτες βράδυ σε κάποιο μπαρ, της είχε ρίξει ναρκωτικά στο ποτό κι ό,τι ζούσε ήταν παραίσθηση.
Έφτυσε την εικόνα του ερμαφρόδιτου Πέτρου μακριά της, ταξίδεψε με τη φαντασία της στα χωράφια του ορθολογισμού κι αναρωτήθηκε γι’ άλλη μια φορά. Μα γιατί; ΓΙΑΤΙ ΚΑΙ ο Πέτρος;
Μα γιατί όλα ήταν ένα σχέδιο.
Ο Πέτρος προχώρησε στο διάδρομο χαιρετώντας τους φρικαρισμένους συναδέλφους του σαν να μην συνέβαινε τίποτα. Έπειτα ακούμπησε τη ροζ τσάντα του στο γραφείο του και κάθισε στην καρέκλα όπως συνήθιζε εδώ και τρία χρόνια. Έβγαλε σλιμ τσιγάρο, άναψε και περίμενε να τον καλέσει ο μεγάλος με ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο φορτωμένο με κραγιόν.

...........................................
...................................

ΥΓ. Εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 14, 2009

POST CABARET Party - Μια βραδιά ΔΡΑΠΕΤΗΣ από τις σελίδες Του 13ου ΥΠΟΓΕΙΟΥ

Ποιος χαρακτήρας θα θέλατε να είστε, αν καταδυόσασταν στο 13ο Υπόγειο; Μια sexy χορεύτρια, ένας μποέμ μουσικός, ένας αδίστακτος μπράβος, μια εργάτρια β΄ κατηγορίας, μια πόρνη πολυτελείας, ένας πάμπλουτος εκμεταλλευτής, ένας εκκολαπτόμενος επαναστάτης;

Μπείτε στο πνεύμα των αποκριών, διαλέξτε χαρακτήρα, παίξτε με το μακιγιάζ και τα ενδυματολογικά σας όρια, κι ελάτε την Παρασκευή 20/2 στις 23:00 στο Booze Cooperativa( Κολοκοτρώνη 57, upstairs), για να ζήσουμε μια βραδιά που δραπέτευσε από τις σελίδες του πρώτου μου μυθιστορήματος.

Με άλλα λόγια, ντυθείτε εκκεντρικά κι ελάτε να παραβγούμε στο ποτό και στο χορό, παρέα με τον Μπάρμπα Διόνυσο...

Vita Mi Barouak

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 11, 2009

TO 13o ΥΠΟΓΕΙΟ

Το εμπορικό κέντρο New Bios απλώνεται σαν κισσός μες στην πρωτεύουσα και κατασπαράσσει καθημερινώς νέα τετράγωνα του πολεοδομικού ιστού. Θαρρείς και πρόκειται για μια ολόκληρη εμπορική πόλη που απέδρασε απ’ το μέλλον.
Οι εργαζόμενοι στο εμπορικό κέντρο New Bios δίνουν λόγο μόνο στα εταιρικά δικαστήρια και υπακούουν μόνο στο καταστατικό λειτουργίας της εταιρίας.

Στα θεμέλια του New Bios κρύβεται ένας άλλος κόσμος.
Κάτω από τη λουστραρισμένη επιφάνεια υπάρχει η διεστραμμένη εκδοχή της που στηρίζει το μεγαλείο του Πάνω Κόσμου.
Οι εργαζόμενοι που υποκύπτουν σε αλλεπάλληλα παραπτώματα, καταδικάζονται και πέφτουν όλο και πιο βαθιά, σε υπόγεια όπου η ακραία εκμετάλλευση βασιλεύει.

Η Αργυρένια έχει εξαναγκαστεί να εργάζεται στο Club 13 Σόδομα. Σε ένα από τα αδαμαντωρυχεία της εταιρίας. Οι φήμες μιλούν για κραιπάλες με ποτά και ναρκωτικά και ιστορίες τύπου Κάμα Σούτρα. Έπη για άσωτη ζωή που δεν είναι ανοιχτή στον καθένα. Ο παράδεισος του ασώτου αφορά μονάχα τα φουσκωμένα πορτοφόλια.
Ο Πέτρος τυφλωμένος από το ερωτικό πάθος για εκείνη, εγκαταλείπει τις ρεαλιστικές γειτονιές της μητρόπολης, εισβάλει στο μετα-ρεαλιστικό κόσμο του New Bios και καταδύεται στο σουρεαλιστικό Κάτω Κόσμο.


Τετάρτη, Φεβρουαρίου 04, 2009

Τρέξαμε γυμνοί, δίπλα στο ποτάμι...

Η μπάρα υπόμενε με κατανόηση το βάρος του αγκώνα μας, τα ποτά, τα φιστίκια. Ήμουν παρέα με δυο μποέμ, ο ένας καλλιτέχνης, ο άλλος βιβλιοφάγος. Αν μας παρακολουθούσες από απόσταση, θα στοιχημάτιζες ότι μιλούσαμε για το χτεσινό ματς. Κι όμως είχαμε καταπιαστεί με τους Ντοστογιέσκι, Νίτσε, Φόκνερ, Μίλερ. Ο καλλιτέχνης σαν τραίνο στις ράγες του, ο άλλος πέταγε κάθε τόσο την ατάκα: «Δεν γαμείς, που δεν γαμείς, δεν πας για διάβασμα...»

Είπα να πάω για διάβασμα. Έσπρωξα την πόρτα του μπαρ και βγήκα.
Η πόλη μια σκοτεινή τσιμεντένια έρημος. Κι ο δήμαρχος, αντί να χτυπήσει το μαγικό του ραβδί και να μεταμορφώσει το τσιμέντο σε πράσινο, ξεπουλιέται στους εργολάβους, σχεδιάζει MALL, υπόγεια πάρκινγκ και ξεριζώνει τα εναπομείναντα δέντρα. Κι όταν κάποιοι αντιδρούν, στέλνει τα ΜΑΤ.
Ευτυχώς που το σκοτάδι κρύβει αρκετή απ’ την ασχήμια.
Έστριψα στην Πανεπιστήμιου κι αποφάσισα να πάω σινεμά.

Πλησιάζοντας στα σκαλιά του Παλλάς, την είδα να κάθεται στο μάρμαρο, σέξι, ατσαλάκωτη κι όμως τσαλακωμένη, μελαγχολική. Ήμουν σίγουρος πως αν ζούσε 100 χρόνια πριν, θα έτρεχε γυμνή δίπλα στο ποτάμι στο φως του φεγγαριού. Η ματιά της σπάθιζε δίψα για έρωτα.

Η ταινία ήταν άψυχη. Έδωσα 5 Ευρώ για ταξί και βρέθηκα στην είσοδο της πολυκατοικίας. Μπαίνοντας έκανα το λάθος και πήρα στα χέρια το τηλεκοντρόλ.
Οι αγρότες βρίσκονταν σε αδιέξοδο. Ακόμα κι από την Κρήτη ήρθαν να πουν το παράπονό τους στον Παρθενώνα. Έπαιζαν μαντινάδες, πίνανε ρακές, γλεντούσαν στο λιμάνι. Τους είδε ο Ζορμπάς από εκεί πάνω και τους ζήλεψε. Η κυβέρνηση για το καλωσόρισμα τους κέρναγε χημικά και δακρυγόνα. Σιγά μην κώλωναν βλέποντας τον Γιώργο ανάμεσά τους. «Κεράστε τον κι αυτόν μια ντουζίνα απ τα ΚΑΛΑ!», φώναξε ο αρχηγός της διμοιρίας.

Ξάπλωσα. Έκλεισα τα μάτια.
Είπα να διαλέξω όνειρο.
Διάλεξα να σκύψω και να της βγάλω τα τακούνια, τη φούστα, το καλτσόν.
Της έδωσα το χέρι και τρέξαμε γυμνοί, δίπλα στο ποτάμι...

Vita Mi Barouak